Zώντας παράξενες μέρες, η ανυπομονησία μας ώστε να τελειώσει όλο αυτό που βιώνουμε, από τον περασμένο Μάρτιο, είναι προφανώς μεγάλη. Πλέον, στο 2ο lockdown, ο περιορισμός των μετακινήσεων, περιορίζει τη διασκέδαση όπως και την ψυχαγωγία μας, εντός των 4 τειχών του σπιτιού μας. Το διάβασμα, παραμένει ο πιο αγχολυτικός τρόπος, για να αντέξουμε ψυχολογικά και πνευματικά την κατάσταση κι η συντροφιά καλών βιβλίων, επιβάλλεται, περισσότερο από ποτέ. Για αυτό στρίμωξα σε ένα κείμενο 5 από αυτά που διάβασα πρόσφατα και μου κράτησαν την καλύτερη παρέα!
Γράφει ο Σπύρος Σμυρνής...
"Ο Παριζιάνος" της Ιsabella Hammad, εκδόσεις Mεταίχμιο
Την άκρη του νήματος της ιστορίας σε αυτό το βιβλίο με το υπέροχο εξώφυλλο κρατά ο νεαρός Μιντχάντ Καμάλ. Γιος εμπόρου από τη Ναμπλούς, έχοντας λάβει γαλλική εκπαίδευση στην Κωνσταντινούπολη, ταξιδεύει στο Μονπελιέ της Γαλλίας για να σπουδάσει ιατρική, ακολουθώντας την επιθυμία αλλά και την οικονομική υποστήριξη του πατέρα του. Το οδοιπορικό του εκτυλίσσεται με φόντο τις διαρκείς πολεμικές συρράξεις στη μέση Ανατολή.
Αφήνοντας πίσω του τον μικρόκοσμο της Ναμπλούς, ο Μιντχάντ έχει μια συγκεχυμένη και αόριστη ιδέα για τη Γαλλία και πασχίζει σταθερά να προσαρμοστεί, να κατανοήσει, να αποκτήσει τις απαιτούμενες κοινωνικές δεξιότητες, ταλαντευόμενος πάνω από το χάσμα που δημιουργούν οι διαφορές της γλώσσας και του πολιτισμού. Φιλοξενούμενος στο σπίτι του δρ. Μολινέ και της κόρης του, Ζανέτ, ο ήρωας της Χαμάντ χτίζει νέους δεσμούς. Βιώνει τη φιλία, αλλά και τον έρωτα στο πρόσωπο της Ζανέτ, όπου αποδεχόμενος την απειρία και τον φόβο του, της λέει:
«Νομίζω πως είμαι ερωτευμένος μαζί σου… Και νομίζω πως δεν μπορώ να σε ερμηνεύσω».
Και οι φράσεις του αυτές είναι η ουσία ενός έρωτα που θα μείνει μισός, θα τον διαμορφώσει και θα τον στοιχειώσει για μια ζωή.
Ο Μιντχάντ βιώνει επίσης την προδοσία και η αξιοπρέπειά του κλονίζεται, όταν ανακαλύπτει ότι ο ίδιος αποτελεί αντικείμενο μελέτης από τον οικοδεσπότη και μέντορά του δρ. Μολινέ, εγκλωβισμένος για μια ακόμη φορά στα ευρωπαϊκά στερεότυπα που τον παρουσιάζουν ως παράξενο ξένο, ανόητο και απολίτιστο.
Εγκαταλείπει το Μονπελιέ για το Παρίσι, όπου αλλάζει αντικείμενο σπουδών και στρέφεται στην Ιστορία. Παράλληλα «χάνεται» στη συντροφιά πολλών διαφορετικών γυναικών, συμμετέχει σε πολιτικές συζητήσεις με άλλους εκπατρισμένους Άραβες του Παρισιού σχετικά με τις εξελίξεις στη μέση Ανατολή και την ενδεχόμενη ανεξαρτησία της πατρίδας του, χτίζοντας έτσι έναν νέο κύκλο επαφών και μια νέα ταυτότητα με περισσότερη αυτοπεποίθηση και αυτάρκεια.
Μετά το τέλος των σπουδών του επιστρέφει στη Ναμπλούς με τον αέρα του ευρωπαίου, σπουδαγμένος, ντυμένος με τα παράξενα κοστούμια του κι έχοντας πολλές ενδιαφέρουσες ιστορίες από το εξωτικό Παρίσι στη σκευή του. Για την οικογένεια και τους συντοπίτες του είναι πια ο «Παριζιάνος» και αυτό το παρατσούκλι θα τον συνοδεύει σε όλη του την πορεία. Ακολουθώντας τις κοινωνικές επιταγές και τους άγραφους νόμους της οικογένειας, ο Μιντχάντ ως σωστός γιος αναγκάζεται να μάθει τη δουλειά του εμπόρου στο κατάστημα του πατέρα του και να παντρευτεί.
Μετά το θάνατο του πατέρα του, ωστόσο, βιώνει για δεύτερη φορά την προδοσία, όταν ο άνθρωπος για την επιδοκιμασία και την αποδοχή του οποίου πάσχιζε τόσο ως παιδί όσο και ως ενήλικας, τον βάζει στο περιθώριο, αφήνοντας τα πάντα στη δεύτερη σύζυγό του. Ο Μιντχάντ χωρίς κανένα μερίδιο στην κληρονομιά και την επιχείρηση πρέπει να χτίσει τα πάντα απ’ την αρχή.
Ο Παριζιάνος με την χαρακτηριστική εσωτερικότητα που τον διακρίνει, αποκτά οικογένεια και γίνεται ένας αυτοδημιούργητος έμπορος, πασχίζοντας να διατηρήσει το παλιό του γόητρο και να βρει τη θέση του σε έναν κόσμο που διαρκώς αλλάζει, καθώς δίπλα του φίλοι και σύντροφοι φυλακίζονται ή πέφτουν νεκροί από τα πυρά των κλιμακούμενων συγκρούσεων μεταξύ των εθνικιστών Αράβων και των αγγλικών και γαλλικών δυνάμεων κατοχής. Νιώθει πάντα λίγος και κατώτερος των προσδοκιών των οικείων του και πασχίζει συνεχώς για την αποδοχή.
Η ιστορία του Μιντχάντ στις 750 σελίδες της Hammad κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Ο ήρωας αυτός είναι εξαιρετικά ικανός, αλλά και υπερβολικά τρωτός. Είναι πέρα για πέρα αληθινός καθώς βασανίζεται ανάμεσα στην ορθολογική σκέψη των ακαδημαϊκών σπουδών του και στις κοινωνικές επιταγές από τη μία, και στον ίδιο του τον εύθραυστο ψυχισμό από την άλλη πλευρά. Όπως ο ίδιος λέει:
«Όταν κοιτάζω τη ζωή μου… βλέπω μια ολόκληρη σειρά από λάθη. Αξιαγάπητα, πανέμορφα λάθη. Δεν θα τ’άλλαζα».
Για όλα τα λάθη και τα σωστά του Παριζιάνου απ’ τη Ναμπλούς λοιπόν, αλλά και για ολόκληρο το ιστορικό υπόβαθρο και το κοινωνικό υφαντό της πόλης- εξαιρετικά διατυπωμένο και ερευνητικά τεκμηριωμένο- το βιβλίο της Hammad αξίζει να διαβαστεί.
“Ο Γραφέας του Παλατιού” του Αχμέτ Ουμίτ, εκδόσεις Πατάκη
Ο ιερός τύμβος του Καρά Καμπίρ αποτελεί σημείο αναφοράς για τους ντόπιους. Είναι το καταφύγιο για όλα τους τα δεινά τώρα και στην άλλη ζωή. Η ανασκαφή που πραγματοποιείται στα ερείπια της αρχαίας πόλης από την ετερόκλητη ομάδα της αρχαιολόγου Εσρά αποτελεί για κάποιους μεγάλη βλασφημία. Τρεις άνθρωποι δολοφονούνται στην περιοχή με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που διαπράχθηκαν αντίστοιχοι φόνοι 78 χρόνια πριν. Ποια η σύνδεση του τότε με το τώρα, ποια τα κίνητρα του δράστη και πως σχετίζονται οι δολοφονίες με την ανασκαφή; Ο συγγραφέας αφηγείται παράλληλα δύο διαφορετικές ιστορίες, επιχειρώντας ένα δεξιοτεχνικό πηγαινέλα στον χρόνο, επιφορτίζοντας τους ήρωές του με πληθώρα συναισθημάτων και αφήνοντας στον αναγνώστη την αίσθηση του ανικανοποίητου, καθώς εγκαταλείπει το ένα μυστήριο για το άλλο κατά την εναλλαγή των κεφαλαίων και συνάμα των ιστοριών. Το κείμενο στην πιο απλή του προσέγγιση, πραγματεύεται τα ζητήματα εκείνα που κινούν τον άνθρωπο από καταβολής κόσμου: τον έρωτα, την επιθυμία, τον φθόνο, την εξουσία, την εκδίκηση, την απληστία…
Ο γραφέας του παλατιού είναι «το μολύβι των θεών». Το αξίωμά του είναι κληρονομικό και πολύ σημαντικό, σχεδόν ιερό. Οφείλει να γράφει συμφωνίες κατ’ εντολήν του βασιλιά και σύμφωνα με τον συμφέρον αυτού, οφείλει να τον συμβουλεύει αλλά και να τον υπακούει ακόμα κι αν η μοίρα του επιφυλάσσει προδοσία ή θάνατο, πάντα υπό το άγρυπνο βλέμμα των θεών. Ο γραφέας Πατασάνα, ωστόσο, ζει διχασμένος ανάμεσα στην επιθυμία του και στις επιταγές των θεών. Έχοντας μεγαλώσει καθοδηγούμενος από τις αυστηρές αρχές του γραφέα πατέρα του, αλλά βρίσκοντας πάντα θελκτικό τον αντισυμβατικό τρόπο ζωής του γραφέα παππού του, είναι καταδικασμένος να κουβαλά μέσα του δύο διαφορετικούς ανθρώπους. Βιώνει τον έρωτα, την προδοσία του βασιλιά και των θεών, γίνεται θύτης και θύμα σε μια ιστορία που ξετυλίγεται στο βασίλειο του Πίσιρις στα παράλια του Ευφράτη και η οποία θα επαναληφθεί χιλιάδες χρόνια αργότερα ξανά και ξανά με πρωταγωνιστές άλλους λαούς σε άλλους πολιτισμούς, αλλά με κοινό παρονομαστή την αγριότητα και τον πόνο. Ο Πατασάνα αποφασίζει να καταγράψει την ιστορία του, την ιστορία της αγάπης του, του βασιλείου που υπηρέτησε, τον πόνο, την οργή, τις τύψεις, κάθε γεγονός και κάθε συναίσθημα με λεπτομέρειες σε 28 πινακίδες καλά κρυμμένες σε ένα ειδικό δωμάτιο κάτω από τη βιβλιοθήκη του παλατιού. Τα κείμενά του αυτά αποτελούν τα σημαντικότερα ευρήματα της ανασκαφής στο Καρά Καμπίρ, καθώς συνιστούν την πρώτη μη επίσημη καταγραφή της ιστορίας του τέλους της αρχαίας πόλης.
Ο Πατασάνα απευθύνεται στον αναγνώστη των πινακίδων σε πρώτο πρόσωπο, ξεγυμνώνει την ψυχή του, παραδέχεται τη δειλία και την λανθασμένη του κρίση που απέβη μοιραία για έναν ολόκληρο λαό. Εκλιπαρεί και η γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Αχμέτ Ουμίτ είναι τόσο άμεση και λυρική που μοιάζει να στέκεται μπροστά σου ολοζώντανος σε μια δια ζώσης εξομολόγηση ο ίδιος ο γραφέας του παλατιού, λέγοντάς σου:
«Ξένε, που θα μοιραστείς τα μυστικά μου. Δεν ξέρω αν είσαι αριστοκράτης, θρήσκος, καλόκαρδος˙ αν είσαι σκληρόκαρδος, έξυπνος. Ή μήπως είσαι ένας άχρηστος βλάκας; Ελπίζω να είσαι καλός άνθρωπος. Ελπίζω η καρδιά σου να είναι γεμάτη αγάπη και θάρρος. Ελπίζω να είσαι τόσο έξυπνος ώστε να καταλάβεις αυτά που θα διαβάσεις, να μάθεις από αυτά. Όπως ελπίζω κι ό,τι διαβάσεις να το μεταφέρεις σε άλλους και άλλοι σε άλλους. Ελπίζω το μαύρο ριζικό μου να ταξιδέψει ψιθυριστά απ’ αυτί σ’ αυτί, να μεταφραστεί σε όσες γλώσσες μιλιούνται στις όχθες του Ευφράτη, να γραφτεί σε πινακίδες, να περάσει από τους γέρους στους νέους, να γίνει το παραμύθι με το οποίο θα μεγαλώνουν τα παιδιά. Ίσως έτσι οι άνθρωποι να βάλουν μυαλό, να πάψουν να είναι σκληρόκαρδοι, κι ίσως έτσι να έχουμε λιγότερους θανάτους, ίσως και λιγότερο πόνο».
Οι διαχρονικές αλήθειες του Πατασάνα, η πλοκή του μυστηρίου της ανασκαφής όπως ξετυλίγεται από τα πάθη και τις ιδιαιτερότητες καθενός από τα μέλη της αρχαιολογικής ομάδας μεταφέρουν τον αναγνώστη άλλοτε στο παλάτι του βασιλιά Πίσιρις κι άλλοτε στα σκονισμένα ερείπια της σύγχρονης εποχής αναζητώντας απαντήσεις και προσεγγίζοντας σπαρακτικές αλήθειες για την ίδια την ανθρώπινη φύση.
“Η Μεταμόρφωση” του Franz Kafka, εκδόσεις Οξύ Illustrated
"Οταν ένα πρωί ο Γκρέγκορ Σάμσα ξύπνησε από ταραγμένο ύπνο, βρέθηκε στο κρεβάτι του μεταμορφωμένος σε τεράστιο ζωύφιο. ήταν ξαπλωμένος ανάσκελα, η πλάτη του ήταν σκληρή σαν πανοπλία, και όταν σήκωσε λιγάκι το κεφάλι του είδε την τουρλωτή καφετιά κοιλιά του να είναι χωρισμένη σε φέτες, ενώ πάνω της ήταν αδύνατο να σταθούν τα σκεπάσματα· είχε μείνει σχεδόν ξεσκέπαστος. Τα αμέτρητα ποδαράκια του, αξιοθρήνητα λεπτά σε σύγκριση με το υπόλοιπο σώμα του, κουνιόντουσαν αβοήθητα μπροστά στα ίδια του τα μάτια.
Έτσι ξεκινάει ένα από τα πιο σημαντικά διηγήματα του 20ού αιώνα, H ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ. Θεμελιώδες κομμάτι του έργου του Φραντς Κάφκα, η Μεταμόρφωση είναι ένας τεράστιος ζωντανός εφιάλτης που κρύβει όλη την ένταση και το μεγαλείο της φαντασίας του Τσέχου συγγραφέα. Η εικονογράφηση του σπουδαίου Αργεντίνου καλλιτέχνη Luis Scafati ζωντανεύει αξιοθαύμαστα την ατμόσφαιρα και τους χαρακτήρες της ιστορίας, προσκαλώντας τον αναγνώστη σε μια αξέχαστη περιπέτεια".
Tούτο εδώ ήταν γραμμένο στο οπισθόφυλλο μιας εξαιρετικής έκδοσης, από αυτές που χαίρεσαι να βλέπεις στα ράφια της βιβλιοθήκης σου. Για το αριστούργημα του Κάφκα, δεν έχω να πω πολλά. Δεν υπάρχει λόγος, όταν τόσοι και τόσοι έχουν γράψει με πολύ πιο εμπεριστατωμένο τρόπο τα καθέκαστα. Θα μείνω μόνο στον ανοίκειο τρόμο και τους συμβολισμούς, που μοιάζουν σήμερα να βρίσκουν σαν καθρέφτη τους, την πραγματικότητα που βιώνεις όλος ο πλανήτης. Το σαρδόνιο, λεπτοφυές χιούμορ κι η διεισδυτική ματιά του Κάφκα, μέσα από την ανθρωπογραφία του Γκρεγκόρ Σάμσα, μοιάζει πιο σύγχρονη κι ανηλεής από ποτέ.
Θα περάσω και στα της εικονογράφησης του Scafati, τώρα η οποία δένει με έναν εφιαλτικά εμπνευσμένο τρόπο, με το πρωτόλειο κείμενο. Στην παλέτα του ασπρόμαυρου, κρύβονται οι χαρακτήρες που γέννησε το μυαλό του Κάφκα, μέσα από μια απόκοσμη αισθητική, που σκιαγραφεί κάθε σκηνή σχεδόν της ζωή του Σάμσα. Σελίδα, τη σελίδα, σκίτσο το σκίτσο υφαίνει τη σκοτεινή ατμόσφαιρα του έργου, φτάνοντας στα μύχια της ψυχής του αναγνώστη. Είναι πολύ σημαντικό νομίζω να ξαναπλάθουμε, όλα αυτά τα σπουδαία αναγνώσματα και να τα ξαναδιαβάζουμε υπό διαφορετικό καλλιτεχνικό πρίσμα κάθε φορά, για αυτό και το πείραμα της Μεταμόρφωσης, κρίνεται δίχως άλλο, επιτυχημένο.
“Η πιο πολύτιμη πραμάτεια” του Jean-Claude Grumberg, εκδόσεις Πόλις
"Μια φορά κι έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο δάσος ζούσε ένας φτωχός ξυλοκόπος με τη φτωχιά γυναίκα του. Όχι όχι όχι όχι όχι, μην ανησυχείτε, δεν πρόκειται καθόλου για τον Κοντορεβυθούλη! Όπως εσείς, έτσι κι εγώ απεχθάνομαι αυτή τη γελοία ιστορία. Πού ακούστηκε οι γονείς να παρατάνε τα παιδιά τους επειδή δεν έχουν να τα θρέψουν; Έλεος...
Μέσα σ' αυτό το μεγάλο δάσος λοιπόν επικρατούσε μεγάλη πείνα και πολύ κρύο. Ιδίως τον χειμώνα. Το καλοκαίρι μια τρομερή ζέστη έπεφτε σ' αυτό το δάσος κι έδιωχνε το πολύ κρύο. Η πείνα απεναντίας ήταν σταθερή, προπάντων τα χρόνια που γύρω από αυτό το δάσος μαινόταν ο παγκόσμιος πόλεμος. Ο παγκόσμιος πόλεμος, ναι ναι ναι ναι ναι".
Mε αυτές τις λέξεις ξεκινά η ανάγνωση του ουμανιστικού παραμυθιού του Jean-Claude Grumberg για το Ολοκαύτωμα. Με μια καλαίσθητη έκδοση, από αυτές που μας έχουν συνηθίσει οι εκδόσεις Πόλις, έντυσαν τούτο εδώ το υπέροχο ανάγνωσμα, συνοδεία ενός υπέροχου εξωφύλλου. Μέσα στις σελίδες, μια από τις πλέον τραγικές και μαύρες στιγμές της ανθρωπότητας, παίρνει τη μορφή παραμυθικής αφήγησης, συναντώντας ήρωες, από αυτούς που αγαπούν, συμπονούν κι άλλοτε φοβούνται τα παιδιά. Κοφτός, επαναληπτικός λόγος, σχεδόν προφορικός φέρνει στον νου, αγαπημένα μας παππούδια να μας αφηγούνται, μέσα από μια δραματοποιημένη αφήγηση, τη φρίκη των δικών τους αναμνήσεων, από την Κατοχή και τον πόλεμο που πολλοί από τις νεότερες γενιές, μαθαίνουν από βιβλία ή επιδερμικές τηλεοπτικές μεταφορές.
Σε αυτές τις αφηγήσεις λοιπόν, αν κάτι κρατά τον ωτακουστή και τον αναγνώστη, είναι η ελπίδα που φωλιάζει σε αυτό το απόκρημνο και δύσβατο μονοπάτι που θα σε φέρει αντιμέτωπο με το φρικιαστικό πρόσωπο του πολέμου και του θανάτου που αφήνει χαιρέκακα στο διάβα του. Από κοντά στην ελπίδα, περπατά κι η αγάπη κλώθοντας υπομονή ώστε να φανούν καλύτερες μέρες και το χαμόγελο να φυτρώσει ξανά στο πρόσωπο των πρωταγωνιστών της ιστορίας. Ο Grumberg λοιπόν, πιάνει το χέρι μας με αγνή παππουδίστικη αγάπη και μας βοηθά να φυλλομετρήσουμε τις σελίδες μιας εκ των συγκλονιστικότερων ιστοριών που ειπώθηκαν ποτέ.
Η Σιωπή του Don DeLillo, εκδόσεις Gutenberg
Ξεκινώ όπως συνηθίζω, από το οπισθόφυλλο, για να δώσω στον μελλοντικό αναγνώστη, μια πρώτη αίσθηση, όσων θα εκτυλιχθούν στις σελίδες του εξαιρετικού αυτού βιβλίου.
"Μια απότομη προσγείωση ενός αεροπλάνου που εκτελεί την πτήση Παρίσι-Νέα Υόρκη· ένα ανεξήγητο σβήσιμο της οθόνης της τηλεόρασης... και όλα χάνουν το λογικό τους ειρμό. Σ' ένα διαμέρισμα στο Μανχάταν, πέντε άνθρωποι πασχίζουν να καταλάβουν τι σημαίνουν τα πρωτόγνωρα γεγονότα που εκτυλίσσονται γύρω τους.
Ο Don DeLillo άρχισε να γράφει τη Σιωπή το 2018, ωστόσο η ατμόσφαιρα του έργου αποπνέει την ερήμωση που επικράτησε στους δρόμους της Αμερικής, και όχι μόνο, στη διάρκεια των μέτρων για τον έλεγχο του Covid-19. Ο μεγαλύτερος ίσως εν ζωή Αμερικανός συγγραφέας μάς παρασέρνει στο σκοτεινό σπήλαιο των φόβων που γεννούν η επιστήμη και η τεχνολογία και ο έλεγχός τους από εξουσίες που ο απλός άνθρωπος δεν γνωρίζει. Οι προβλέψεις του για την αντίδραση της κοινωνίας ηχούν προφητικές όσο ποτέ".
Το συγγραφικό διαμέτρημα του DeLillo είναι δίχως άλλο τεράστιο και δεν χωρά αμφισβήτησης το ταλέντο του κι ο ευφυής μα συγχρόνως άκρα υπαινικτικός τρόπος με τον οποίο, βάζει τις λέξεις του σε σειρά. Κλείνοντας το μάτι σε εκείνον που περιδιαβαίνει νοητά το σύμπαν, εντός του οποίου κινούνται οι ήρωες του ο σπουδαίος αυτός Αμερικανός συγγραφέας συνεχίζει να σε εκπλήσσει ευχάριστα με τη διορατικότητα του και τη δύναμη της πένας του. Αποσυνθέτει λοιπόν με έναν απολαυστικό να τον διαβάζεις τρόπο, όλο το περιβόητο Αμερικανικό όνειρο, σε μια εποχή τεχνολογικής ακμής που δρα ισοπεδωτικά απέναντι στις ατομικές ελευθερίες και τη συντροφικότητα.
Μέσα από μια υπόκωφη δυστοπική πραγματικότητα, που νιώθουμε όλοι μας πια, βιώνοντας πρωτόγνωρες συνθήκες εγκλεισμού, μέσα από περιοριστικά μέτρα μετακινήσεων και ελευθεριών, στέκεται στην αντιφατική αν μη τι άλλο κυριαρχία των ψηφιακών ψευδαισθήσεων, που καταλαμβάνουν όλο και περισσότερο χώρο και χρόνο, σε κάθε είδους συναλλαγή των ανθρώπων γύρω μας, διαπροσωπική και μη. Βάλλει εύστοχα και με φλεγματώδες χιούμορ, σε όλες τις ανισορροπίες του 21ου αιώνα, μέσα από ένα ακόμη εμπνευσμένο έργο, που στέκεται λίγο παραπάνω, στην τηλεοπτική έως και διαδικτυακή αντίληψη της πραγματικότητας, που δημιουργεί μια μέγγενη αβεβαιότητας κι ανασφάλειας, όσο οι δρόμοι του Μανχάταν αδειάζουν και τα τσιμεντένια κλουβιά, με γρήγορη παροχή ίντερνετ πολλαπλασιάζονται , δίχως σαφή εξήγηση. Αν μη τι άλλο προφητικός ο DeLillo με τη Σιωπή μας υπενθυμίζει την αξία του!